Η δεύτερη περίοδος της Ενετοκρατίας που άρχισε το 1685, τελείωσε το 1715.
Τότε ήταν που μεγάλος Οθωμανικός στρατός, αφού σάρωσε την Ρούμελη, μπήκε στο
Μοριά. Έφτασαν στο Ναύπλιο που το υπερασπίζονταν λίγοι Βενετοί μαζί με
λιγότερους Έλληνες. Οι Οθωμανοί εύκολα ξεπέρασαν το εμπόδιο του Ναυπλίου,
καταλαμβάνουν την Ντρομπολιτσά (Τρίπολη) και παίρνουν το δρόμο προς Καλάβρυτα.
Εκεί κοντά στη Βυτίνα, στο χωριό Δάρα (Ντάρα), υπήρχε ένας πύργος, κτίσμα της
ύστερης βυζαντινής περιόδου μεταξύ του 13ου και του 15ου αἰώνα. Παλιόπυργο τον
λέγανε οι Δαραίοι. Εκεί οι Τούρκοι στήνουν το στρατηγείο τους περιμένοντας τους
προκρίτους των ραγιάδων για να δηλώσουν υποταγή, να «προσκυνήσουν».
Τότε, εκεί έγινε μια από τις σφοδρότερες μάχες για την απόκρουση των
Τούρκων. Οι Ρωμιοί με επικεφαλής τον Δήμο Τσεργίνη και το γιο του Μπότσικα –
προπάππο του Θοδωρή Κολοκοτρώνη - προξένησαν μεγάλη φθορά στους Οθωμανούς. Ένας
προδότης, λέει η παράδοση, τους καθοδήγησε και περικύκλωσαν τους Έλληνες. Ο
Δήμος σκοτώθηκε και πολλά παλληκάρια επίσης. Γράφει ο Θοδωρής Κολοκοτρώνης στα
απομνημονεύματά του: «…Εις τον καιρόν
του Μπότσικα εμβήκαν οἱ Τούρκοι εις Μοριά. Οι Χρυσοβιτσιώται, Λιμποβιτσιώται
και οι Αρκουροδεματίται επήγαν και επολέμησαν εις του Ντάρα τον Πύργο 6.000
Τούρκους. Αυτοί εχαλάσθηκαν και εγλύτωσε ο Μπότσικας». Είναι μια ηρωική μάχη
ξεχασμένη όμως από την επίσημη ιστοριογραφία.
«Ἀπό τώρα ἀρχίζει ἡ ἱστορία
τοῦ Λεπτινίου», γράφει ο Ιωάννης Β. Φίλιος, διδάσκαλος, στο βιβλίο του ΤΟ ΛΕΠΤΙΝΙ
ΑΡΚΑΔΙΑΣ (ΑΘΗΝΑΙ 1986). Και συνεχίζει: «Ἀπὸ
ἐκείνους τοὺς ἐναπομείναντες πολεμιστὲς τοῦ Ντάρα μὲ τὶς οἰκογένειές τους
μερικοὶ βρέθηκαν καταρρακωμένοι στὴν περιοχὴ τῶν βουνῶν ἀνάμεσα στὰ χωριά
Δυρράχι καὶ Ἄκοβο. Ἀχλὺς καλύπτει τὴν παράδοσιν στὰ γεγονότα τῆς μάχης καὶ τῶν
περιπλανήσεων τῶν πατριωτῶν μας».
Ποιοί ήταν αυτοί, ποιός ήταν ο τόπος τους; Από πού ξεκίνησαν; Οι διάφορες
παραδόσεις λένε πως ήταν «Αρκουδορεματίται», κατά την έκφραση του Κολοκοτρώνη.
Το Αρκουδόρεμα ήταν ένα
παλαιοϊστορικό χωριό της Αρκαδίας που βρίσκεται στη χαράδρα των Μαιναλικών
Ορέων του πρώην (Καποδιστριακού) Δήμου Φαλάνθου και παραμένει ακατοίκητο από
τις αρχές του 20ου αιώνα. Βρίσκεται σε υψόμετρο 1200 μέτρων και
απέχει 4 χιλιόμετρα από το Χρυσοβίτσι Αρκαδίας.
Επί Τουρκοκρατίας άκμασε λόγω του
απρόσιτου της τοποθεσίας και είχε καταστεί σημαντικό κέντρο της κλεφτουριάς.
Ιστορείται πως από το 1530 είχαν εγκατασταθεί σ’αυτό, καθώς και στο πλησίον
αυτού Λιμποβίσι, οι Κολοκοτρωναίοι και ότι και τα δύο αυτά χωριά αντιστάθηκαν
έντονα κατά την ανάκτηση του Μοριά από τους Τούρκους το 1715.
Από εκεί, εκείνη η ομάδα των πολεμιστών με τις οικογένειες και τα ζωντανά
τους, ξεκίνησαν τις περιπλανήσεις τους
ως την περιοχή που έχτισαν σιγά σιγά το δικό τους οικισμό, το Λεπτίνι. «ἐκεῖ κοντὰ ἦσαν καὶ δύο μικρὰ μοναστήρια: τοῦ
Ἁγίου Ἰωάννου καὶ τοῦ Ἁγίου Νικολάου. Τὸ καθένα ἀπὸ αὐτὰ εἶχε τὴν μικρή του
κτηματικὴ περιουσία καὶ ἀπὸ μία κρύα πηγὴ νεροῦ ἕκαστον», σημειώνει ο
δάσκαλος Γιάννης Φίλιος. Και συνεχίζει: «Ανάμεσα
στὰ δύο μοναστήρια φώλιασαν καὶ ἄφησαν τὶς οἰκογένειές τους στὸ ἥσυχο ἐκεῖνο
μέρος. Οἱ μοναχοὶ τοὺς φιλοξένησαν. Διωγμένοι, κατατρεγμένοι ἄνθρωποι,
Χριστιανοὶ ἦσαν. Πτωχὰ καὶ αὐτὰ τὰ μοναστήρια, ἀλλὰ ἔπρεπε νὰ κάμουν τὸ
χριστιανικό τους καθῆκον. Τοὺς ἄφησαν καὶ διάλεξαν τὸ πιὸ βραχῶδες μέρος τῆς
περιοχῆς γιὰ φώλιασμά τους, ὄχι καλλιεργήσιμο, ἀλλὰ πετρῶδες καὶ δασῶδες…Ἦσαν ἑπτὰ
οἰκογένειες, περισσότερες ὄχι… Τὰ ἐπώνυμά τους ἦσαν: Βρότσος, Κολοβός, Φίλιος,
Πετρούλιας, Μαυρίκης, Σγοῦρος, Ραβάνης».
Ο Βασίλης Π. Κολοβός, ο γραμματέας για πολλά χρόνια της Κοινότητας, δί-νει
την δική του εκδοχή στο βιβλίο του: ΚΤΗΤΟΡΙΚΟΝ ΚΑΙ ΑΝΕΚΔΟΤΑ ΤΟΥ ΛΕΠΤΙΝΙΟΥ
ΑΡΚΑΔΙΑΣ. Τα στοιχεία που παραθέτει δεν διαφέρουν ουσιαστικά από αυτά του
δάσκαλου Γιάννη Φίλιου. Μάλλον τα συμπληρώνουν. Παίρνουμε λοιπόν από τον
πρόλογο του βιβλίου του:
«Μετὰ τὴν καταστροφὴ τοῦ Ἀρκουδορέματος, ποὺ ἔγινε
μετὰ τὴν ἱστορικὴ μάχη τοῦ Δάρα, ὁ γερο Πέτρος Πετρούλιας μὲ τὸ γιό του Βασίλη
πήρανε τὰ γίδια τους καὶ ἀπὸ βουνὸ σὲ βουνὸ ἤρθανε κοντὰ στὴν συμπατριώτισσά
τους καλογριὰ Λεπτίνα. Σταμάτησαν στὴ θέση «Σπηλιὰ» καὶ ἔμειναν ἐκεῖ προσωρινὰ
γιατὶ ἡ Σπηλιά, ποὺ βρίσκεται κάτω ἀπὸ τὸν λοφίσκο «Κεφαλά», τοὺς προστάτευε ἀπὸ
τὶς καιρικὲς συνθῆκες. Ἦταν κοντὰ καὶ ἡ βρύση τοῦ Ἁγίου Νικολάου. Ἡ Λεπτίνα τοὺς
παρότρυνε νὰ μείνουν ἐκεῖ ἐπειδὴ ἡ ἔκταση ἦταν γεμάτη πουρνάρια - ἰδανικὴ γιὰ
κτηνοτροφία – καὶ ὑπῆρχαν καὶ λίγα χτήματα γιὰ καλλιέργεια.
Πράγματι, ἀφοῦ ἀνίχνευσαν τὴν περιοχή,
διαπίστωσαν ὅτι οἱ πλαγιὲς ἀπὸ Λύκου Πόρο, Πλατυβουνί, Ἅγιο Λισό (Δυρραχίτικο Ἁγιολιά)
καὶ μέχρι τὴ Σπηλιὰ ποὺ ἔμεναν, ἦταν διαφορετικὴ ἀπὸ τὶς ἄλλες περιοχὲς τόσον
πρὸς Νότον, τοῦ Δυρραχίου, ὅσο κι ἀπὸ τὴν πιὸ μεγάλη περιοχὴ τοῦ χωριοῦ Ἄκοβος.
Ὅλη αὐτὴ ἡ ἔκταση ἦταν γιομάτη πουρνάρια καὶ γλατζινιές. Ὁ γερο Πέτρος ἀποφάσισε
νὰ ἐγκατασταθεῖ. Ὁ Μαυρίκης ἦρθε σὲ λίγες μέρες καὶ παρέμεινε.
Ἐν τῶ μεταξὺ μάθανε ὅτι κι οἱ συμπατριῶτες
τους Κολοβός, Βρῶτσος καὶ Φίλιος εἶχαν διαφύγει καὶ περιπλανιόνταν στὰ ἀπάτητα
μέρη τοῦ Μαινάλου. Τὸ συζήτησαν μὲ τὴν καλογριὰ κι ἀποφάσισαν νὰ τοὺς εἰδοποιήσουν
νὰ ἔρθουν κι αυτοὶ κοντά τους. Ἔστειλαν τὸ Βασίλη νὰ τοὺς βρεῖ.
Μετὰ ἀπὸ λίγες μέρες ἤρθανε. Μοίρασαν τὸ μέρος
κι ἄρχισαν νὰ φκιάνουν μαντριὰ γιὰ τὰ γίδια τους καὶ καλύβες γιὰ τοὺς ἴδιους.
Ὁ Πετρούλιας ἔφκιασε σπίτι ἐκεῖ ποὺ βρίσκεται
καὶ σήμερα. Ὁ Κολοβός, ποὺ πῆρε τὴν ἔκταση ἀπὸ Πρόπαντη μέχρι τὸν Ἁγιάννη, ἔφκιασε
μαντρὶ καὶ σπίτι ἐκεῖ ποὺ σήμερα εἶναι τὸ σπίτι Βαγγέλη καὶ Γιώργη Κολοβοῦ. Ἐκεῖ γύρω χτίσανε
σπίτια κι οἱ ὑπόλοιποι Κολοβαῖοι. Ὁ Λιὰς ὅμως ὁ Κολοβὸς ἔφκιασε σπίτι ἐκεῖ
ποὺ σήμερα εἶναι τὸ σπίτι τῶν κληρονόμων τοῦ Δημήτρη Παπαδόπουλου
(Κριλαγαναίικο).
Ὁ Μαυρίκης ἔφκιασε σπίτι ἐκεῖ ποὺ εἶναι σήμερα
τὸ σπίτι τῶν κληρονόμων τοῦ Νικήτα Ἀναγνώστη Μαυρίκη.
Ὁ Βρῶτσος ἐγκαταστάθηκε ἐκεῖ ποὺ εἶναι τοῦ
Χαραλάμη τοῦ Βρώτσου. Ὁ Φίλιος, ἐκεῖ ποὺ σήμερα ἔχουν σπίτι οἱ κληρονόμοι Γ. Ἠλ.
Φίλιου, ἀγορὰ ἀπὸ κληρονόμους Ἀν. Φίλιου.
Στὸν νέον οἰκισμὸ ἔδωσαν τὸ ὄνομα «Λεπτίνιον»
γιὰ νὰ τιμήσουν τὴ Λεπτίνα, τὴν καλογριὰ ποὺ τοὺς βοήθησε καὶ τοὺς παραστάθηκε.
Γιὰ πολλὰ χρόνια τὸ χωριὸ ἦταν μόλις ἐννέα σπιτάκια.
Οἱ ἄποικοι σὺν τῶ χρόνω ἄρχισαν νὰ ξεχερσώνουν ἐκτάσεις κατάλληλες γιὰ
καλλιέργεια, ἄνοιξαν πηγάδια, φκιάσανε κήπους. Οἱ κήποι τοῦ Ἁγιο Νικόλα
καλλιεργόντουσαν ἀπὸ τοὺς καλόγερους ποὺ μένανε ἐκεῖ. Ἤτανε μοναστήρι, μετόχι τῆς
Μονῆς Ρεκίτσας.
Ἡ τοποθεσία ἀπὸ Βαρκὰ καὶ κάτω καλλιεργήθηκε
κι ἔγινε ἀμπελώνας. Κατάφεραν μὲ τὸν ἱδρώτα τους μέσα σὲ λίγα χρόνια τὴν δασώδη
αὐτὴν περιοχὴ νὰ τὴν κάνουν γόνιμη. Καλλιεργοῦσαν δημητριακὰ καὶ φακές».
Σχολιάζει
ο Γιάννης Φίλιος: «…μέσα σὲ ἐλάχιστα
χρόνια ἀγώνων κατώρθωσαν νὰ ἀποκτήσουν καλλιεργήσιμο ἔδαφος βγαλμένο μέσα ἀπὸ
τοὺς βράχους τῆς Λεπτινιακῆς περιφερείας».
Η ζωή και
η μοίρα των φτωχών αυτών ανθρώπων ήταν παρόμοια με αυτήν και των άλλων
σκλαβωμένων. Κάποιοι ανέβηκαν και ενώθηκαν με την κλεφτουριά του Ταϋγέτου και
τους ντόπιους κλεφτοκαπετάνιους, όπως τον περίφημο Ζαχαριά. «Αὐτὸ φαίνεται, ἀφοῦ κατὰ τὴν ἐπανάστασι ἦτο
ἕτοιμη μία ὁμάδα μεγάλη πολεμιστῶν Λεπτινιωτῶν μὲ καπετάνιο καὶ γυμνασμένους
πολεμιστές… Κατὰ τὴν παράδοση ἡ ὁμάδα τοῦ Λεπτινίου ἔφτανε περίπου τὰ 25
παλληκάρια», παρατηρεί ο δάσκαλος Γιάννης Φίλιος.
Εκτός από
την παράδοση υπάρχουν και γραπτά στοιχεία που βεβαιώνουν ότι καπετάνιος των
Λεπτινιωτών και ομαδάρχης του σώματος Π. Κεφάλα υπήρξε ο Παναγής Κολοβός, που
έπεσε στην άλωση της Ντρομπολιτσάς. Μαρτυρούνται Φιλιαίοι, Σγουραίοι,
Μαυρικαίοι, Βροτσαίοι, Πετρουλαίοι, Ραβαναίοι, Κουμουτσαίοι αγωνιστές. Δηλαδή
«πανστρατιά». Πολλοί έπεσαν μαχόμενοι, χωρίς να έχει βρεθεί καμία αίτηση αποζημιώσεως… Ας είναι η μνήμη
τους αιώνια!.
Συνεχίζεται…
*(Σύναγμα ιστορικών και άλλων από την παράδοση στοιχείων
από τον Π.Β.Κ.)
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου